Αρχική Χάρτης Πλοήγησης Αναζήτηση
 
" "

 
Τα πρότυπα που χρησιμοποιεί η αναλογική τηλεόραση δημιουργήθηκαν τις δεκαετίες του ‘40 και του ‘50 και έκτοτε προσαρμόζονται συνεχώς στην τεχνολογική εξέλιξη. Για το ιστορικό, θα θυμίσω δύο μεγάλες τεχνολογικές αλλαγές που την εποχή τους προκάλεσαν αίσθηση: την αντικατάσταση της ασπρόμαυρης τηλεόρασης από την έγχρωμη και του μονοφωνικού από το στερεοφωνικό ήχο.
Σήμερα, η εξέλιξη της τεχνολογίας είναι τέτοια ώστε από χρόνο σε χρόνο – πολύ συχνά, δε, μέσα σε λίγους μήνες - νέα τεχνολογικά πρότυπα και εφαρμογές έρχονται να αντικαταστήσουν τις παλαιότερες. Και εάν στο επίπεδο των εφαρμογών η εξέλιξη είναι, συνήθως, προς όφελος του πολίτη-καταναλωτή, στο επίπεδο των υποδομών τα πράγματα δεν είναι και τόσο αυτονόητα. Η μετάβαση από την αναλογική στην ψηφιακή τηλεόραση είναι αναμφίβολα ένα τεχνολογικό επίτευγμα, όμως εγείρει μια σειρά σοβαρών ζητημάτων ως προς την ανάπτυξη νέων υπηρεσιών πλην των ραδιοτηλεοπτικών, την αδειοδότηση των παρόχων, την ίση πρόσβαση των πολιτών στις νέες αυτές υπηρεσίες.
Όσον αφορά στο πρώτο ζήτημα, δηλαδή, στην ανάπτυξη νέων υπηρεσιών, η αντικατάσταση της αναλογικής τηλεόρασης από την ψηφιακή ελευθερώνει τα τέσσερα πέμπτα των ερτζιανών κυμάτων που χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση τηλεοπτικών εκπομπών. Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να αναπτυχθούν νέες, καινοτόμες υπηρεσίες που χρησιμοποιούν ραδιοφάσμα, από ασύρματη σύνδεση στο Διαδίκτυο και πιο προηγμένα κινητά τηλέφωνα τρίτης ή τέταρτης γενιάς έως νέα διαδραστικά κανάλια τηλεόρασης υψηλής ευκρίνειας. Μιλάμε,  ουσιαστικά, για ριζική αναδιάταξη της τηλεπικοινωνιακής αγοράς. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εάν η κατανομή των πρόσφατα ελευθερωμένων ερτζιανών κυμάτων - του «ψηφιακού μερίσματος» - σε νέες υπηρεσίες γίνει συντονισμένα σε ευρωπαϊκή κλίμακα, θα μπορούσε να δοθεί μια σημαντική ώθηση στην οικονομία από 20 έως 50 δισ. ευρώ (σε διάστημα 15ετίας, και σε σύγκριση με τη μεμονωμένη δράση των χωρών της ΕΕ). 
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, λοιπόν, γίνονται συντονισμένες προσπάθειες ώστε η ψηφιακή μετάβαση να έχει ολοκληρωθεί έως την 1η Ιανουαρίου 2012, ενώ παράλληλα γίνονται προσπάθειες ώστε να εναρμονιστούν οι τεχνικοί όροι για τη χρήση του αποδεσμευόμενου ραδιοφάσματος - συγκεκριμένα η υποζώνη των 790-862 MHz - έτσι ώστε η ενιαία αγορά να μην είναι κατακερματισμένη όταν οι χώρες της Ένωσης προχωρήσουν στην ανακατανομή του ψηφιακού μερίσματος για την ανάπτυξη νέων υπηρεσιών.
Υπενθυμίζεται ότι πέντε ευρωπαϊκές χώρες - Φινλανδία, Γερμανία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία και Σουηδία – έχουν ολοκληρώσει τη μετάβαση στην ψηφιακή τηλεόραση. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ψηφιακή μετάβαση έχει ολοκληρωθεί στις ΗΠΑ και μέχρι το καλοκαίρι του 2011 θα έχει ολοκληρωθεί σε Καναδά και Ιαπωνία.
Στην Ελλάδα, η μετάβαση στην ψηφιακή τηλεόραση συνδέεται άμεσα με τη ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, δηλαδή την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών, αλλά και των παρόχων περιεχομένου των νέων υπηρεσιών που θα αναπτυχθούν (εταιρείες κινητής τηλεφωνίας για παράδειγμα). Το πλαίσιο που καθορίζει τις παραπάνω ρυθμίσεις περιγράφεται στο νόμο 3592/ 2007, Συγκέντρωση και Αδειοδότηση Επιχειρήσεων Μέσων Ενημέρωσης και Άλλες Διατάξεις. Είναι προφανές ότι το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα αφού πρώτα μελετηθούν οι καλύτερες πρακτικές των χωρών που έχουν ήδη ολοκληρώσει τη μετάβαση.
Τέλος, ένα ζήτημα που θα μας απασχολήσει αμέσως μόλις ανοίξουμε τη συζήτηση περί μετάβασης στην ψηφιακή τηλεόραση είναι αυτό της μετακύλησης του κόστους στους πολίτες αφού η λήψη του ψηφιακού σήματος απαιτεί αποκωδικοποιητή. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να δούμε με ρεαλισμό - συνεκτιμώντας την οικονομική κατάσταση της χώρας - με ποιόν τρόπο θα αποφύγουμε τη δημιουργία ψηφιακού χάσματος μεταξύ των διαφορετικών κοινωνικών ομάδων.