Αρχική Χάρτης Πλοήγησης Αναζήτηση
 

 

«Ήλθε πια ο καιρός να επανεκτιμήσουμε τις ουσιαστικές δυνατότητες που προσφέρουν όλες οι εκφάνσεις της κληρονομιάς μας σ' ένα βιώσιμο νέο τουριστικό πρότυπο που θα σέβεται και θα αξιοποιεί τις διαχρονικές αξίες. Είναι ανάγκη η χώρα μας να σχεδιάσει ένα βιώσιμο, εφικτό και μακρόπνοο μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης πολλών ταχυτήτων, που θα εξασφαλίσει τις μέχρι σήμερα κατακτήσεις και θα αξιοποιήσει την πείρα που αποκτήσαμε και τις υποδομές που έχουμε κατακτήσει», υπογράμμισε ο Ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ και Πρόεδρος της Επιτροπής Πολιτισμού, Παιδείας και Μ.Μ.Ε. του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Νίκος Σηφουνάκης, μιλώντας την Παρασκευή 8/4/05 στο Αναπτυξιακό Συνέδριο του Νομού Ρεθύμνου, με θέμα «Πολιτιστική Κληρονομιά και Τουριστική Ανάπτυξη». Την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου κήρυξε ο Υπουργός Ανάπτυξης κ. Δημήτρης Σιούφας και εκτός από τον κ. Σηφουνάκη μίλησαν οι Κωστής Χατζηδάκης (Ευρωβουλευτής Ν.Δ.), ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας Ανδρέας Καραμάνος, ο Πρόεδρος της Γ.Σ.Ε.Ε Χρήστος Πολυζωγόπουλος κ.α. «Ο πολιτισμός είναι το μέτρο της κοινωνικής, πνευματικής και καλλιτεχνικής ανάπτυξης ενός λαού και ενός τόπου και αποτελεί το ανεκτίμητο και αναπαλλοτρίωτο πνευματικό του κεφάλαιο, το οποίο δεν εξαντλείται αλλά, αντιθέτως, εμπλουτίζεται με το πέρασμα του χρόνου, δημιουργώντας ένα πολύτιμο απόθεμα μνημείων και υλικών τεκμηρίων που ενσωματώνουν ηθικές, κοινωνικές και αισθητικές αξίες και εμπεριέχουν τα επιτεύγματα του παρελθόντος και τις δυνατότητες του παρόντος», υπογράμμισε στην παρέμβαση του ο κ. Σηφουνάκης. Πρόσθεσε ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα πλουσιοπάροχα προικισμένη από την Ιστορία που οι άνθρωποί της δημιούργησαν, γεμάτη με μοναδικές αρχαιότητες, μεσαιωνικά, βυζαντινά και νεώτερα μνημεία. Επεσήμανε ότι « η σπάνια αυτή δημιουργία υπήρξε και παραμένει το θεμέλιο του τουρισμού μας, σε συνδυασμό με την εξ ίσου γενναιόδωρη προίκα που επιφύλαξε για την πατρίδα μας η φύση και ο μεσογειακός της χαρακτήρας. Είναι αδύνατο να φανταστούμε τουριστική δραστηριότητα στη χώρα μας χωρίς τον ήλιο, τις ακρογιαλιές, την καθαρή θάλασσα, το ήπιο κλίμα. Άλλο τόσο και περισσότερο δεν μπορούμε να διανοηθούμε τον ελληνικό τουρισμό χωρίς την Ακρόπολη, τους Δελφούς, την Επίδαυρο, την Ολυμπία, την Κνωσό και τη Φαιστό, τα μεγάλα αρχαιολογικά μουσεία. Η σημασία του εθνικού πολιτιστικού πλούτου στην ανάπτυξη του τουρισμού μας, από τις απαρχές της εμφάνισης του τουριστικού ρεύματος στη χώρα μας, είναι προφανής και αυταπόδεικτη, όπως και η ανάγκη για τη συνεχή και αποτελεσματική προστασία, συντήρηση και ανάδειξη των μνημείων και των αρχαιολογικών θησαυρών». Ο κ. Σηφουνάκης σημείωσε ακόμα πως «αν κάτι αξίζει τον κόπο σήμερα, είναι να εξετάσουμε τη σχέση τουρισμού και πολιτισμού, μέσα από την πείρα του μισού αιώνα τουριστικής δραστηριότητας που προηγήθηκε, να μην παραγνωρίσουμε τα θετικά, να καταγράψουμε τις αρνητικές επιπτώσεις που είχε για τον πολιτισμό μας το μοντέλο του μαζικού τουρισμού που υιοθετήσαμε, να μετρήσουμε τι περισσότερο μπορεί να προσφέρει η πολυδιάστατη κληρονομιά μας στην τουριστική προοπτική του αύριο και ποια είναι τα εργαλεία που χρειαζόμαστε για να πετύχουμε αυτό το σκοπό». Πάντως ο κ. Σηφουνάκης τόνισε πως «κάτω από τις σημερινές συνθήκες της παγκοσμιοποίησης της τουριστικής ανάπτυξης και τη στιγμή που ο ανταγωνισμός εντείνεται, η προβολή του ιδιαίτερου τοπικού χαρακτήρα αναδεικνύεται ως βασική παράμετρος για μια καινούργια συμπληρωματική τουριστική προοπτική γιατί συντείνει στη διατήρηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών, αποτρέπει τις παρενέργειες και τις αλλοιώσεις και εξασφαλίζει διαρκή αναπτυξιακή προοπτική. Αντίθετα, οι περιοχές που χάνουν οριστικά τα χαρακτηριστικά που τις κάνουν ελκυστικές και διαφορετικές, γίνονται ελάχιστα ανταγωνιστικές αφού δεν έχουν να προβάλλουν ιδιαίτερες ποιοτικές αξίες όπως το τοπίο, η τέχνη, η παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα, η αρχιτεκτονική μνήμη». Επίσης σημείωσε ότι η προοπτική για τον επαναπροσδιορισμό του «τουριστικού μας δόγματος», με την αποδοχή της ανάγκης για μια πιο ήπια όσο και βιώσιμη και προσοδοφόρα ανάπτυξη, «απαιτεί προσπάθεια εθνική, ώστε να γίνει συνείδηση πως η ευημερία μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο αν πάψουμε να σπαταλούμε αλόγιστα τους ζωτικούς πόρους του τουρισμού μας, που είναι το περιβάλλον και τα ιδιαιτέρα περιβαλλοντικά και πολιτιστικά μας χαρακτηριστικά. Η προσπάθεια αυτή απαιτεί στενή συνεργασία του Κράτους, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των Πολιτών και για την επιτυχία της έχει ιδιαίτερη σημασία η αφύπνιση και η συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών, γιατί σ' ένα νέο μοντέλο τουρισμού στη θέση της ισοπεδωτικής τυποποίησης θα πρέπει να ξεπροβάλλει η δελεαστική ιδιοπροσωπεία κάθε τόπου».