Ο Ευρωβουλευτής και τέως Υπουργός κ. Νίκος Σηφουνάκης, συμμετέχοντας το Σάββατο (9-4-05), στην ημερίδα που διοργάνωσε το Επιμελητήριο Λέσβου και το Εργαστήριο Κοινωνικών και Πολιτικών Θεσμών του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, ανέπτυξε το θέμα «Ευρωπαϊκό Σύνταγμα και Νησιωτικότητα», όπου μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στα εξής: Η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρώπη υπήρξε αναμφισβήτητα ένα μεγάλο γεγονός, όμως δεν συνοδεύτηκε από καμία πρόνοια ανάδειξης των ειδικών προβλημάτων των νησιών σε αντίθεση με ότι έπραξαν άλλες χώρες (π.χ. Δανία, Ιρλανδία, Μ. Βρετανία και μετέπειτα Ισπανία και Πορτογαλία) που κατοχύρωσαν ειδικούς όρους και προνόμια για τα νησιά τους, που σε πολλές περιπτώσεις αποτελούσαν υπερπόντια εδάφη. Αργότερα και σε συνεργασία με άλλες Μεσογειακές χώρες θεσπίστηκαν τα ΜΟΠ, που απέφεραν σημαντικά οφέλη για την ελληνική περιφέρεια και ιδιαίτερα στα νησιά. Το 1986, με την υπογραφή της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης, διαμορφώθηκε το πλαίσιο μιας πολιτικής αλληλεγγύης, που θα μπορούσε να βοηθήσει τα νησιά, ωστόσο όμως δεν υπήρξε ειδική αναφορά στις νησιωτικές περιοχές. Το πρώτο ουσιαστικό επίτευγμα για τις νησιωτικές περιοχές ήλθε το 1988, στη σύνοδο κορυφής της Ρόδου, με προεδρεύοντα τον αείμνηστο Α. Παπανδρέου, όπου αναγνωρίστηκαν τα δομικά προβλήματα (όχι συγκυριακά) που βιώνουν τα νησιά. Όμως το 1992 κατά την διαπραγμάτευση της Συνθήκης του Μάαστριχ, όπου ενισχύθηκαν και διευρύνθηκαν οι αρμοδιότητες της Ε.Ε. στην Περιφερειακή πολιτική, δεν αξιοποιήθηκε από την Ελλάδα ότι κατακτήθηκε στη Ρόδο, σε αντίθεση με άλλες χώρες (Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία) που κατοχύρωσαν επιπρόσθετα ευνοϊκά μέτρα για τα νησιά τους και τα υπερπόντια εδάφη τους. Σημαντικό βήμα έγινε με την Συνθήκη του Άμστερνταμ το 1997, όπου υπήρξε ρητή αναφορά (άρθρο 158) στο στόχο μείωσης των διαφορών στα επίπεδα ανάπτυξης των μειονεκτικών περιοχών ή νήσων και ενσωματώνεται στη συνθήκη «Δήλωση σχετικά με τις νησιωτικές περιοχές». Προσπάθεια για ευνοϊκές διατάξεις στις νησιωτικές περιοχές έγινε και στη Διακυβερνητική της Νίκαιας το 2001, ωστόσο δεν επιτεύχθηκε καλύτερη διατύπωση του άρθρου 158. Ευνοϊκή για τα Ελληνικά νησιά, υπήρξε η απόφαση της συνόδου κορυφής του 2003 με τη Ελληνική Προεδρεία (Χαλκιδική) κατά την οποία εξαιρέθηκαν τα νησιά του Αιγαίου από το μέτρο «Αποσύνδεσης της παραγωγής από τις ενισχύσεις» βάση του οποίου οι νησιώτες αγρότες συνεχίζουν να λαμβάνουν επιδοτήσεις (όπως οι στρεμματικές για τα σιτηρά, τα αιγοπρόβατα και τα βοοειδή). Στο Ευρωσύνταγμα γίνεται άμεση αναφορά στα νησιά σε τρία κύρια σημεία του. Στο άρθρο ΙΙΙ –220 (οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή), στο ΙΙΙ –167 (συμβατές κρατικές ενισχύσεις) και στο ΙΙΙ –246 (διευρωπαϊκά δίκτυα). Επί των παραπάνω ο κ. Σηφουνάκης επισημαίνει: Για το ΙΙΙ –220, χαρακτηρίζει τον όρο «περιοχές που συντελείται βιομηχανική μετάβαση» ως ιδιαίτερα ευρύ, έτσι μειώνεται η σημασία του για τα νησιά. Για το ΙΙΙ –167, παρά την ευνοϊκή διατύπωση στη Διακυβερνητική της Νάπολης, τελικά η οριστική του διατύπωση στο Ευρωσύνταγμα δεν έχει ευεργετικές διατάξε3ις για τα νησιά της Ελλάδας και καταλογίζει γι΄ αυτό ευθύνη στην σημερινή Κυβέρνηση για έλλειψη διαπραγματευτικής ικανότητας. Για το ΙΙΙ-246, δεν προβλέπει κάτι νέο σε σχέση με τα ήδη ισχύοντα. Πρέπει όμως να τονισθεί η κατοχύρωση της συμβολής της Ε.Ε. στη σύνδεση των νησιών με την υπόλοιπη Ευρώπη μέσω της δημιουργίας και της Ανάπτυξης έργων υποδομής των Μεταφορών, των Τηλεπικοινωνιών και της Ενέργειας. Τέλος, επισημάνθηκε πως παρόλο που οι ως άνω πρωτοβουλίες φανερώνουν τη θετική στάση της Ε.Ε. έναντι των νησιωτικών περιοχών, δεν υπάρχει ακόμη μια πλήρης κι εξειδικευμένη πολιτική, η οποία παραμένει ως ζητούμενο σήμερα. |