|
|
|
|
Θέλω κατ’ αρχήν να ευχαριστήσω τον συγγραφέα Μανώλη Βασιλάκη, τις εκδόσεις «ΓΝΩΣΕΙΣ» και τους διοργανωτές αυτής της εκδήλωσης για την πρόσκληση που μου απηύθυναν να είμαι ένας εκ των ομιλητών στο εκλεκτό αυτό πάνελ.
Σήμερα όπως και να έχουν όμως τα πράγματα, χρειάζεται πραγματικά μεγάλο θάρρος και κουράγιο για να γράψεις ένα βιβλίο για ένα θείο πρόσωπο, σε μια περίοδο μάλιστα που πολλά στερεότυπα, ιδεοληψίες και απλουστευτικά σχήματα που ήκμασαν την περίοδο της Χούντας, είναι και πάλι πρόσωπα σημαίνοντα όπως ο κ. Χριστόδουλος.
Είναι ακριβώς αυτά τα στερεότυπα και οι ιδεοληψίες που αναθερμάνθηκαν και από τον έντονα πολιτικό λόγο, του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, από τις πρώτες κιόλας μέρες που ανέλαβε τα ηνία της Εκκλησιαστικής ηγεσίας. Βεβαίως και όπως σωστά αναδεικνύει μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του με εκπληκτικά ντοκουμέντα, ο κ. Χριστόδουλος δεν ήταν ποτέ ούτε πολιτικά «άχρωμος», ούτε πολύ περισσότερο ένας Εκκλησιαστικός παράγοντας που ως κύριο καθήκον του είχε τον ποιμαντικό λόγο και την ανάδειξη του σπουδαίου πνευματικού ρόλου της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ο κ. Χριστόδουλος, όπως επανειλημμένα και δημοσίως έχω πει και αναλύω και στο πρόσφατο βιβλίο μου – «Πολιτική : Σχεδιασμός και Πράξη», επεδίωκε ανέκαθεν να διαδραματίσει – πολιτικό - «εθναρχικό ρόλο».
Αντιτάχθηκα, όπως και πολλοί ακόμα, αναλαμβάνοντας και το όποιο πολιτικό κόστος, σε αυτά τα σχέδια του, όχι βέβαια από αντιεκκλησιαστικό μένος, αλλά από πίστη για την ανεξαρτησία της πολιτικής και σαφέστατα από σεβασμό στον διαφορετικό ρόλο της Εκκλησίας, η οποία από πνευματική κυψέλη μεταβαλλόταν σε όχημα για την επίτευξη αλλότριων σχεδίων και μικροπολιτικών συμφερόντων.
Επί κυβερνήσεως Σημίτη άνοιξε το μείζον θέμα που όλοι γνωρίζετε. Δεχθήκαμε όλοι οι προοδευτικοί άνθρωποι που αντιταχθήκαμε στο Προνουτσιαμέντο του Χριστόδουλου τις λοιδορίες, τους αφορισμούς και τους εκφοβισμούς, δώσαμε με αξιοπρέπεια την μάχη για να μην περάσει το «Αρχιεπισκοπικό Προνουτσιαμέντο».
Όμως η ιδεολογία και ο αυταρχισμός του Χριστόδουλου αποκαλύφθηκε σε μένα πολύ πριν τις ταυτότητες
Ψ Στα 1987 ως Γενικού Διευθυντή της ΕΡΤ όταν είχε ξεσπάσει η κρίση για την εκκλησιαστική περιουσία είχα την ευθύνη της διοργάνωσης των συζητήσεων και τότε ξεδιπλώθηκε η ακροδεξιά του ιδεολογία και πώς μεθόδευσε την αναρρίχησή του ακυρώνοντας τον αδύναμο πλέον Σεραφείμ. ΄Ηταν ο σχεδιαστής και ο υλοποιητής εκείνης της κρίσης. Τότε σε δημοκρατία λοιδόρησε τον Α. Παπανδρέου καταγγέλοντας ότι θα τους έπαιρνε τα θυμιατήρια.
Ψ Όταν στα 1998 συνέταξα και προσυπέγραψαν 53 βουλευτές την πρόταση στη τότε αναθεωρητική Βουλή για την κατάργηση του όρκου, τότε για πρώτη φορά μας αποκάλεσε «γραικύλους» . Τότε έπεσε το πέπλο του εκσυγχρονιστή που πολλούς είχε παρασύρει.
Ψ Όταν στα 1989 έγραφε στα άρθρα του στο Βόλο ότι ντρέπεται που Πρωθυπουργός της Ελλάδας είναι ο Α. Παπανδρέου
Στα 2000 ακολούθησε η κρίση «για τις ταυτότητες», όπως ονομάστηκε, όπου δημιουργήθηκε πραγματικός κίνδυνος κοινωνικού διχασμού, ακριβώς γιατί οι χρονίζουσες συμφύσεις στις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας επέτρεψαν στην νεοφώτιστη τότε ηγεσία της Εκκλησίας, παρερμηνεύοντας εσκεμμένα ή καλύτερα σκόπιμα τον ποιμαντικό και πνευματικό ρόλο της, να μεταμορφωθεί σε ένα άτυπο πολιτικό σχήμα που επεδίωξε με προκλητικό τρόπο να συμμετάσχει στη νομή της εξουσίας.
Ακολουθήσαμε τότε πολλοί τον πικρό δρόμο της μοναξιάς που ταυτόχρονα όμως ήταν και ο δρόμος της αλήθειας.
Κάποιοι το λιγότερο σφύριζαν αδιάφοροί, άλλοι κρύφτηκαν, όμως ευτυχώς η κρίση εκείνη δεν πήρε την μορφή ενός ανοιχτού διχασμού, χάριν στην ψυχραιμία και την αυτοσυγκράτηση πολλών προοδευτικών ανθρώπων και της Αριστεράς.
Τότε αποφάσισα να γίνω σαφής για τον κύριο και στις 29/8/01 ως Υπουργός ξεστόμισα με δήλωσή μου στις κάμερες κάποιες αλήθειες που σοκάρισαν μετά από ένα προνουτσιαμέντο που τις προηγούμενες ημέρες είχε εξαπολύσει ο προκαθήμενος και συγκεκριμένα είπα:
«Ο Ελληνικός Λαός είδε χθες τον επηρμένο και προκλητικό κύριο Χριστόδουλο. Θα ήθελα επιχειρώντας μια υπέρβαση, ως Βουλευτής του Ελληνικού Κοινοβουλίου, απ’ τον αυτό καθ' αυτό θρησκευτικό και δογματικό χώρο να μεταφερθώ στον πολιτικό πιο οικείο χώρο και να θέσω τα παρακάτω τρία ερωτήματα ως και τις θεωρητικές - λογικές απαντήσεις τους.
ΕΡΩΤΗΣΗ 1η: Πώς θα χαρακτηριζόταν ο πολιτικός εκείνος, που ισχυρίζεται ότι δεν αντιλήφθηκε ότι υπήρξε Χούντα η οποία βασάνιζε και εξόριζε τους Δημοκρατικούς πολίτες διότι μελετούσε;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ : Ότι είναι υποκριτής και μάλιστα υποκρίνεται δόλια.
ΕΡΩΤΗΣΗ 2η: Πώς θα χαρακτηριζόταν ο πολιτικός που μάχεται το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που δεν οροδεί προ ουδενός προκειμένου να μηχανεύεται τρόπους μείωσης του Πατριάρχη;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ : Θεομπαίχτη και Αγύρτη
ΕΡΩΤΗΣΗ 3η: Πως θα χαρακτηριζόταν ο πολιτικός που υπήρξε επί χρόνια με τα γραπτά και τους λόγους του υβριστής του Ανδρέα Παπανδρέου, όταν σήμερα για λόγους ιδιοτελείς τον εκθειάζει και τον επαινεί;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ : Ότι έχει απύθμενο θράσος και το λιγότερο ότι είναι αγοραία χυδαίος. Δακρύζει ψεύτικα και για ίδιο όφελος καπηλεύει την θρησκεία.
Κλείνοντας επισήμαινα τότε:
· Ο κ. Χριστόδουλος δεν δικαιούται να επικαλείται την Δημοκρατική Πολιτεία, αφού ως χουντικός ιεροκήρυκας, δεν είχε λαλιά να καταδικάσει και ευλόγησε το σε μια νύχτα εκδοθέν διαζύγιο στον δικτάτορα Παπαδόπουλο και τον ταυτόχρονο γάμο του, ενώ χυδαιολογούσε για τον Ανδρέα Παπανδρέου και λοιδορούσε την προσωπική του ζωή. Ας γνωρίζει ότι δεν θα επιτρέψουμε τον βιασμό και την νόθευση της δημοκρατίας. Η Ελλάδα δεν θα γίνει ΙΡΑΝ.
· Αμέσως δούλεψε ο μηχανισμός που είχε στηθεί στην Αγία Φιλοθέης.
· Με Φαξ υπαγόρευσαν το κείμενο αφορισμού μου και απαγόρευσης της εισόδου μου σε εκκλησίες της Λέσβου στο Σύλλογο κληρικών του Ακριτικού Νομού. Πληροφορήθηκα όλες τις λεπτομέρειες, όταν δύο χρόνια μετά ο Πρόεδρος τους, Ιερέας Κύριλλος Σύκης με ενημέρωσε, ζητώντας μου συγνώμη λέγοντάς μου μάλιστα ότι ευτυχώς που δεν το δημοσιεύσαμε όπως το αποσταλέν πρωτότυπο κείμενο της Αρχιεπισκοπής.
Η κρίση που ξέσπασε στους κόλπους της ίδιας της Εκκλησίας στις αρχές του 2005, αποκάλυψε σε όλο το επικίνδυνο μεγαλείο, το βάθος της σήψης, της παρακμής, αλλά και το μέγεθος των ευθυνών όσων από χρόνια δούλεψαν συστηματικά για να δημιουργήσουν και να συντονίσουν έναν ιδιότυπο «παρακρατικό μηχανισμό», με Βαβύληδες και άλλους, προκειμένου και να πάρουν τα ηνία της ηγεσίας της Εκκλησίας, αλλά και να νέμονται πολιτική και οικονομική εξουσία, χωρίς πρωτίστως να έχουν υποβληθεί στην «βάσανο» της νομιμοποίησης από τον λαό.
Με τον δικό του γλαφυρό αλλά πολύ τεκμηριωμένο τρόπο ο Μανώλης Βασιλάκης, καταγράφει αυτή ακριβώς την πραγματικότητα, καθώς φιλοτεχνεί το πορτραίτο του προκαθήμενου με τεκμήρια της δραστηριότητας του.
Ο κ. Χριστόδουλος, όπως αναδεικνύεται μέσα από την ντοκουμενταρισμένη δουλειά του συγγραφέα, δεν είναι απλώς κάποιος Ιεράρχης που μαγεύεται από τις κάμερες, τα μικρόφωνα και την δημοσιότητα και εξαιτίας αυτού λέει και καμιά οπισθοδρομική και λαϊκίστικη κουβέντα παραπάνω. Ολόκληρη η πορεία και η σκέψη του βρίσκεται στην άκρα δεξιά. Και μάλιστα στην «σκοταδιστική» ακροδεξιά. Η προτροπή του προς τους μαθητές, «όπισθεν ολοταχώς», δεν ήταν απόρροια ενός καλώς εννοούμενου συντηρητισμού – που θα ήταν αναμενόμενος εκ της θέσεως του – αλλά διακήρυττε την επιστροφή σε έναν Ελληνοορθόδοξο Μεσαίωνα, παρόμοιο με αυτόν που διακήρυττε η Χούντα με το περιβόητο «Ελλάς, Ελλήνων, Χριστιανών».
Οι ακραίου τύπου επιθέσεις του σε διανοούμενους, Πανεπιστημιακούς, αλλά και πολιτικούς, με επίθετα και χαρακτηρισμούς του τύπου «γραικύλοι», «πουρκουάδες», «μίσθαρνα ξένων δυνάμεων» και άλλα τέτοια, δεν ήταν κουβέντες που του ξέφυγαν εξαιτίας του οίστρου του να παίξει στα κανάλια και σε πρωτοσέλιδα εφημερίδων. Είναι ενταγμένες σε ένα απλοϊκό και συνάμα επικίνδυνο σκεπτικό, που λέει ότι ο ορθολογισμός και οι σύγχρονες ιδέες, προβληματίζουν και αγγίζουν τον απλό άνθρωπο και γι’ αυτό πρέπει να απαξιωθούν.
Το ότι τα σύμβολα της εξέγερσης του Ελληνικού Έθνους κατά της Τουρκοκρατίας, η σημαία της Αγίας Λαύρας, σύμβολο της Παλιγγενεσίας, υφαρπάχτηκαν και περιφέρθηκαν στις περίφημες «λαοσυνάξεις», δεν δείχνουν απλά αμετροέπεια, αλλά μια βαθιά ιδεολογία πατριδοκαπηλίας και σκοταδιστικής αντίληψης.
Ο Ελληνοχριστιανισμός της Χούντας, άρχισε να αναβιώνει ξανά σε σύγχρονες συνθήκες και παραλλαγμένος ελάχιστα ως «Ελληνοορθοδοξία», πήρε την μορφή ενός ισχυρού ιδεολογικού ρεύματος. Στους κυρίαρχους εκφραστές αυτού του ρεύματος, όπως υπογραμμίζει και στο βιβλίο του, ο κ. Βασιλάκης, συγκαταλέγεται και ο νυν Αρχιεπίσκοπος.
Για να αποδείξει αυτό ο συγγραφέας, πηγαίνει πολύ πίσω, στη δράση του στα χρόνια της Χούντας.
Γνωρίζουμε, ότι ο κ. Χριστόδουλος δεν διάβαζε μόνο εκείνη την τραγική για την χώρα και τον λαό περίοδο. Μετείχε κιόλας «στα υπό την επαναστατικήν πνοή της περιόδου ταύτης» (όπως έγραφε τότε) μεταξύ άλλων «στην νομοπαρασκευαστική επιτροπή κατάρτισης του χουντικού νόμου για τα εκκλησιαστικά δικαστήρια», με άρθρα του εξύμνησε το «θείον έργον του καθεστώτος, όμως αποδεικνύεται στα κείμενα επίσης που δημοσίευσε κατά την μεταπολίτευση στην γνωστή περιβόητη εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος», και στη γνωστή ρατσιστικές και αλυτρωτικές της θέσεις εφημερίδα «Στόχος».
Τα όσα όλοι βιώσαμε τα τελευταία χρόνια από την ευθεία εμπλοκή της Ιεραρχίας της Εκκλησίας στην πολιτική και με αφορμή και το βιβλίο του Μανώλη Βασιλάκη, θέτουν το σύνολο και του πολιτικού κόσμου, αλλά και την Ελληνική κοινωνία, μπροστά σε ένα κρίσιμο ερώτημα : Μπορούμε πια να συμβάλλουμε στην εδραίωση διακριτών ρόλων Κράτους και Εκκλησίας; Μπορούμε να συμβάλλουμε επιτέλους αποτελεσματικά στον πλήρη εξορθολογισμό των σχέσεων Εκκλησίας – Κράτους ; Μπορούμε να ξεφύγουμε από τα παρωχημένα στερεότυπα και ιδεοληψίες.
Πιστεύω πως «ναι». Και πιστεύω πως είναι σοφό όλοι και ιδιαίτερα ο πολιτικός κόσμος και δη οι πολιτικοί της Συντηρητικής Παράταξης που ευαγγελίζονται στα λόγια τον «μεσαίο χώρο» και τον «πολιτικό φιλελευθερισμό», να διαβάσουν πολύ προσεκτικά τον πρόλογο του βιβλίου του Μανώλη Βασιλάκη, όπου παραθέτει ατόφια μια φωτισμένη ομιλία μιας σύγχρονης μεγάλης Πολιτικής Προσωπικότητας της Ελλάδας, του Ελευθερίου Βενιζέλου στην «Συντακτική των Κρητών Συνέλευση» το 1906. Πρόκειται πραγματικά για μια σπουδαία πολιτική υποθήκη του μεγάλου μεταρρυθμιστή και του ανθρώπου που έφτασε την Ελλάδα στα σημερινά της σύνορα.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος τον Οκτώβριο του 1906, με ένα φωτισμένο και πάντα επίκαιρο λόγο απαντά στην διαμαρτυρία Εκπροσώπου των Σφακίων που διαμαρτύρεται γιατί το υπό εξέταση σχέδιο, χαρακτηρίζεται όπως έλεγε, από «υλισμό και θρησκευτική αδιαφορία ή και εχθρότητα προς την Εκκλησία». Προτείνει δε να προστεθεί ότι «επίσημος θρησκεία» είναι «η Ανατολική Ορθόδοξη».
Αναφέρω μόνο ένα πολύ σύντομο αλλά χαρακτηριστικό απόσπασμα του Ελευθέριου Βενιζέλου που απάντησε σε αυτές τις αιτιάσεις. Έλεγε πριν ένα αιώνα ο Βενιζέλος : « Πως δεν εννοείται ότι κεφαλαιώδες συμφέρον του Ελληνισμού είναι να διακηρύξει ότι η έννοια αυτού είναι τόσον ευρεία και τόσον άσχετος προς τα θρησκευτικά δόγματα, ώστε είς την έννοια αυτήν δύναται να χωρήσωσι όχι μόνον οι πρεσβεύοντες τα του Χριστού δόγματα αλλά και οι πρεσβεύοντες τα δόγματα πάσης άλλης γνωστής ή αγνώστου θρησκείας». Επεσήμαινε ακόμα ο μεγάλος αυτός άντρας : « ο εθνισμός δεν δύναται να συγχισθή παντάπασι προς την θρησκεία …Η έννοια του Ελληνισμού δεν δύναται ποτέ να ταυτιστεί με την έννοια της Ορθοδοξίας ….».
Από το 1981 δρομολογήθηκαν σημαντικές αλλαγές από την Κυβέρνηση του Αντρέα Παπανδρέου, παρά την σφοδρή αντίδραση της Συντηρητικής Παράταξης και της ηγεσίας της Εκκλησίας. Θυμίζω, αυτόματο διαζύγιο, πολιτικός γάμος, αναγνώριση ανύπαντρης γυναίκας, ο νόμος για την Εκκλησιαστική περιουσία που αν και ψηφίστηκε έμεινε ανενεργός κ.α.
Μετά τα όσα συνέβησαν, τα εκκλησιαστικά σκάνδαλα – που κουκουλώθηκαν- η Ελληνική κοινωνία δείχνει ώριμη για να προχωρήσουμε ένα βήμα μπροστά στην απεμπλοκή των λειτουργιών του Κράτους από αυτές της Εκκλησίας. Εν κατακλείδι οφείλουμε ευχαριστίες στον κ. Χριστόδουλο. ΄Ο,τι δεν πέτυχε η αριστερά με ογδόντα χρόνια αγώνες, το πέτυχε ο Χριστόδουλος.
Το ΠΑΣΟΚ οφείλει να πρωτοπορήσει στην επικείμενη αναθεώρηση του Συντάγματος.
Δεν επιτρέπεται ν’ αρκεσθεί στην αντικατάσταση του θρησκευτικού όρκου, πρέπει να ζητήσει με μαχητικότητα τον πλήρη διαχωρισμό.
Επιβάλλεται, 32 χρόνια μετά την μεταπολίτευση όπως τότε οι αξιωματικοί οδηγήθηκαν με πολιτική απόφαση μέσα στους στρατώνες όπου και η αποστολή τους, να οδηγηθούν οι ιεράρχες μέσα στις εκκλησίες όπου και το χρέος τους.
Ελπίζω το κόμμα μου να μην διαψεύσει την ώριμη πλέον Ελληνική Κοινωνία | |
|
|
|
|
|
|
|