Η υδατοκαλλιέργεια αποτελεί έναν από τους πλέον δυναμικούς κλάδους της παγκόσμιας οικονομίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, η παγκόσμια παραγωγή ειδών από υδατοκαλλιέργεια - όπως ψάρια, οστρακοειδή, υδρόβιοι οργανισμοί κ.λπ - που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ανήλθε σε 52,5 εκατομμύρια τόνους, το 2008, αντιπροσωπεύοντας μια αγορά 98,4 δις. δολαρίων.
Οι δραστηριότητες από την υδατοκαλλιέργεια αποτελούν, συνεπώς, σημαντική πηγή εισοδήματος και μέσο διαβίωσης για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλον τον κόσμο, ενώ σχετίζονται και με άλλους τομείς που επιδρούν καθοριστικά στον άνθρωπο όπως το επίπεδο της υγείας και η ποιότητα του περιβάλλοντος.
Στη χώρα μας, παρόλο που η υδατοκαλλιέργεια ήταν μια γνωστή παραγωγική δραστηριότητα ήδη από την αρχαιότητα, τα βασικά είδη, όπως η τσιπούρα και το λαβράκι, άρχισαν να αποτελούν αντικείμενο συστηματικής καλλιέργειας μόνο στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Η μεγάλη έκταση της παράκτιας ζώνης, οι ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες και οι σημαντικές ιδιωτικές, δημόσιες και κοινοτικές επενδύσεις που κατευθύνθηκαν προς την υδατοκαλλιέργεια, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της σχετικής τεχνολογίας, συνέβαλαν καθοριστικά στην κατακόρυφη ανάπτυξη του κλάδου, κατά τις δεκαετίες του 1990 και του 2000, με αποτέλεσμα, το 2007, η παραγωγή προϊόντων υδατοκαλλιέργειας να ξεπεράσει τους 110.000 τόνους (Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ).
Σήμερα, σε όλη την ελληνική επικράτεια, λειτουργούν 300 μονάδες θαλάσσιας ιχθυοκαλλιέργειας που καταλαμβάνουν συνολική έκταση 780 εκταρίων, 600 μονάδες οστρακοκαλλιέργειας που παράγουν 22,000 τόνους προϊόντος και 110 μονάδες γλυκού ή υφάλμυρου νερού που παράγουν 3,200 τόνους προϊόντος.
Επιπρόσθετα, η υδατοκαλλιέργεια αποτελεί έναν από τους πλέον δυναμικούς εξαγωγικούς τομείς της Ελληνικής οικονομίας : το 80% περίπου της συνολικής παραγωγής εξάγεται. Τα ψάρια και, ειδικότερα, το λαβράκι και η τσιπούρα, καταλαμβάνουν τη δεύτερη θέση στα προϊόντα εξαγωγής μετά το ελαιόλαδο. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης του Ινστιτούτου Υδατοκαλλιέργειας Stirling (2004), η Ελλάδα αντιπροσωπεύει το 50% της συνολικής παραγωγής των χωρών της Μεσογείου και είναι η πρώτη χώρα σε παραγωγή τσιπούρας και λαβρακίου παγκοσμίως.
Η σημασία του κλάδου στον τομέα της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής είναι εξίσου σημαντική. Στις υδατοκαλλιέργειες απασχολούνται, με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, περισσότερα από 10.000 άτομα κυρίως σε απομακρυσμένες περιοχές όπου η έλλειψη ευκαιριών απασχόλησης είναι μεγάλη. Με μονάδες παραγωγής διάσπαρτες σε όλη την επικράτεια, γύρω από την ηπειρωτική Ελλάδα και στα νησιά, η υδατοκαλλιέργεια είναι ένας σημαντικός παράγοντας αποκέντρωσης της οικονομικής δραστηριότητας. Επιπρόσθετα, εάν λάβουμε υπόψη τη μεταβολή των διατροφικών συνηθειών του πληθυσμού ο οποίος στρέφεται προς την κατανάλωση προϊόντων με μεγαλύτερη θρεπτική αξία και σε πιο προσιτή τιμή, η ζήτηση των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας θα καταγράφει συνεχώς ανοδική τάση.
Δυστυχώς, παρά τη σημασία των υδατοκαλλιεργειών στην εθνική οικονομία και στο μέγεθος της απασχόλησης, το ελληνικό Κράτος δεν στάθηκε - όσο θα έπρεπε - αρωγός στην ανάπτυξή τους. Ένα από τα κυριότερα προβλήματα ήταν η απουσία ενός ρυθμιστικού πλαισίου για τη χωροθέτηση των παραγωγικών μονάδων. Κατά συνέπεια, σε όλες τις περιπτώσεις προσφυγών, το ΣτΕ ακύρωνε τις διοικητικές πράξεις αδειοδότησης των μονάδων λόγω έλλειψης χωρικού σχεδιασμού.
Η θεσμοθέτηση του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού & Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Υδατοκαλλιέργειες έρχεται να θέσει ένα τέλος στο καθεστώς αβεβαιότητας το οποίο λειτουργούσε ως τροχοπέδη στην περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου.
Σκοπός, λοιπόν, του Πλαισίου είναι να καταγράψει και να εξυπηρετήσει τις χωρικές ανάγκες του κλάδου ώστε η διασφάλιση της ανταγωνιστικότητάς του να μην παρακωλύει την ανάπτυξη άλλων παραγωγικών δραστηριοτήτων και να μην θίγει το περιβάλλον με τρόπο μη αναστρέψιμο. Όπως ρητά αναφέρεται στο άρθρο 1 του Πλαισίου, σκοπός είναι η παροχή κατευθύνσεων, κανόνων και κριτηρίων για τη χωρική διάρθρωση, οργάνωση και ανάπτυξη του κλάδου στον Ελληνικό χώρο και των αναγκαίων προς τούτο υποδομών, με στόχο τη διασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος και της ανταγωνιστικότητας του κλάδου.
Έτσι λοιπόν, το Ειδικό Πλαίσιο για τις Υδατοκαλλιέργειες έχει ως γενικότερο στόχο να προωθήσει ένα χωρικό πρότυπο ανάπτυξης που θα διασφαλίζει την ενίσχυση του κλάδου και, κυρίως, της εξαγωγικής του διάστασης, μέσω της αξιοποίησης του συγκριτικού πλεονεκτήματος των Ελληνικών θαλασσών. Η διασφάλιση των χωρικών προϋποθέσεων για την αύξηση της παραγωγής, την διεύρυνση των εκτρεφομένων ειδών και την υποστήριξη προς την βιολογική υδατοκαλλιέργεια είναι ο δεύτερος γενικός στόχος του Ειδικού Πλαισίου. Η απλούστευση των διαδικασιών ίδρυσης και λειτουργίας των υποδοχέων και φορέων, η προστασία του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας και της υγείας και ευζωίας των ζώων στον τομέα της υδατοκαλλιέργειας, αλλά και η προσαρμογή της χώρας στην Κοινή Αλιευτική Πολιτική της ΕΕ. ανήκουν, μεταξύ άλλων, στους γενικότερους στόχους του Πλαισίου.
Το μεγαλύτερο μέρος του Ειδικού Πλαισίου αναφέρεται στις θαλάσσιες ιχθυοκαλλιέργειες, τον κλάδο με τη μεγαλύτερη ανάγκη για χωρικές ρυθμίσεις. Οι άλλοι τύποι υδατοκαλλιέργειας που αναφέρονται στο Πλαίσιο - με βάση το οικονομικό και κοινωνικό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν για τη χώρα - είναι οι στρακοκαλλιέργειες, οι καλλιέργειες ειδών γλυκέων υδάτων και οι καλλιέργειες σε λιμνοθάλασσες και υφάλμυρα οικοσυστήματα. Το πρώτο μέρος του Πλαισίου αναλύει τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για την ομαλή λειτουργία των μονάδων κάθε τύπου και παραθέτει τις απαραίτητες υποδομές, χερσαίες ή θαλάσσιες.
Οι υποδομές διακρίνονται σε συνοδές - είναι εκείνες που συνδέονται άμεσα με την λειτουργία των μονάδων, μέρος των οποίων μπορεί να χωροθετείται μέσα στη ζώνη αιγιαλού - και σε υποστηρικτικές – δηλαδή υποδομές που υποστηρίζουν τη δραστηριότητα, αλλά μπορούν να χωροθετούνται πολύ μακρύτερα από την κυρίως δραστηριότητα (π.χ. συσκευαστήρια).
Το Εθνικό Πρότυπο Χωροταξικής Οργάνωσης Υδατοκαλλιεργειών είναι, στην ουσία, ένα σύστημα που βασίζεται στη δημιουργία ζωνών. Πρόκειται για τις Περιοχές Ανάπτυξης Υδατοκαλλιέργειας (ΠΑΥ), τις Περιοχές Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ) και τις Περιοχές Άτυπων Συγκεντρώσεων Μονάδων (ΠΑΣΜ). Αναλυτικότερα,
Οι Περιοχές Ανάπτυξης Υδατοκαλλιέργειας (ΠΑΥ) είναι ευρύτερες θαλάσσιες περιοχές που συγκροτούν ενιαίους χώρους με κοινά χαρακτηριστικά. Από χωροταξική άποψη, οι ΠΑΥ αποτελούν ευρύτερες περιοχές αναζήτησης θέσεων για υποδοχείς (ΠΟΑΥ ή ΠΑΣΜ) και μεμονωμένες μονάδες.
Οι ΠΑΥ μπορούν να ομαδοποιηθούν σε 5 κατηγορίες :
- Τις ιδιαίτερα αναπτυγμένες περιοχές που χρήζουν παρεμβάσεων για τη βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό μονάδων και υποδομών, και δράσεων για την προστασία και την αναβάθμιση του περιβάλλοντος,
- Τις περιοχές με σημαντικά περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης των θαλάσσιων υδατοκαλλιεργειών,
- Τις δυσπρόσιτες περιοχές που εμφανίζουν σημαντικές δυνατότητες ανάπτυξης των θαλάσσιων υδατοκαλλιεργειών,
- Τις περιοχές με ιδιαίτερη ευαισθησία ως προς το φυσικό περιβάλλον,
- Τις περιοχές σημειακών χωροθετήσεων
Οι Περιοχές Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ) είναι περιοχές με μεγάλες συγκεντρώσεις μονάδων. Η συνολική μισθωμένη έκταση για την εγκατάσταση των μονάδων, ανεξάρτητα από το είδος που εκτρέφεται, είναι 100 στρέμματα τουλάχιστον. Σε αυτές τις περιοχές δημιουργούνται ζώνες κατά το πρότυπο των βιομηχανικών ζωνών όπου λειτουργεί ένας φορέας διαχείρισης. Ο φορέας δεν είναι ο ιδιοκτήτης της έκτασης, αλλά απλός διαχειριστής της ζώνης με υποστηρικτικό και συμβουλευτικό ρόλο προς τους παραγωγούς που βρίσκονται εντός της ΠΟΑΥ.
Η ελληνική νομοθεσία προβλέπει τη δημιουργία των ΠΟΑΥ. Ωστόσο, μέχρι σήμερα, υπήρχαν δυσκολίες στην εφαρμογή των σχετικών διατάξεων διότι υπήρχαν ασάφειες ως προς την αντιμετώπιση ορισμένων ζητημάτων και, ειδικότερα, ως προς τη λειτουργία του φορέα. Το Ειδικό Πλαίσιο παρέχει, στο εξής, σαφείς κατευθύνσεις για την τροποποίηση των σχετικών νομοθετημάτων.
Οι Περιοχές Άτυπων Συγκεντρώσεων Μονάδων (ΠΑΣΜ) εμφανίζουν συγκέντρωση έως 5 μονάδων και περιορισμένη συνολική μισθωμένη έκταση εγκατάστασης, 100 στρέμματα κατά ανώτατο όριο. Στις περιοχές αυτές προβλέπεται η δημιουργία μιας μεταβατικής ζώνης, δηλαδή, οι υφιστάμενες μονάδες θεωρούνται ως άτυπη συγκέντρωση μέχρι να εγκατασταθούν στην περιοχή νέες μονάδες και να δημιουργηθεί υποχρέωση δημιουργίας ΠΟΑΥ.
(Ως ΠΑΣΜ θεωρούνται κατ’ αρχήν και για διάστημα 5ετίας, οι ζώνες ΠΟΑΥ του ΕΠ ΑΛΙΕΙΑ).
Η Μεμονωμένη Χωροθέτηση Νέων Μονάδων, εντός ή εκτός ΠΑΥ, είναι δυνατή κατ’ εξαίρεση σε δυσπρόσιτες, παραμεθόριες ή μικρές νησιωτικές περιοχές για γεωπολιτικούς και αναπτυξιακούς λόγους. Μεμονωμένες μονάδες μπορούν να χωροθετηθούν κοντά σε αστικά κέντρα ή σε περιοχές με αναπτυγμένες οικιστικές, τουριστικές ή άλλες χρήσεις που δεν ευνοούν τη συγκέντρωση υδατοκαλλιεργειών, αλλά και σε περιπτώσεις πειραματικών υδατοκαλλιεργειών με ειδικές απαιτήσεις.
Στις Μεμονωμένες Μονάδες, η συμβατική ιχθυοκαλλιέργεια μπορεί να καλύπτει 40 στρέμματα κατά ανώτατο όριο, η βιολογική ιχθυοκαλλιέργεια 100 στρέμματα κατά ανώτατο όριο και η οστρακοκαλλιέργεια μπορεί να εκτείνεται σε 20 στρέμματα κατά ανώτατο όριο. Οι αποστάσεις μεταξύ των μονάδων ορίζονται στα 10 ναυτικά μίλια όταν αυτές βρίσκονται έξω από τις Περιοχές Ανάπτυξης Υδατοκαλλιέργειας και στα 6 ναυτικά μίλια όταν οι μονάδες βρίσκονται εντός των Περιοχών Ανάπτυξης Υδατοκαλλιέργειας.
Σε όλες τις ζώνες ανάπτυξης υδατοκαλλιέργειας, αναγκαίες προϋποθέσεις για την εγκατάσταση μονάδων είναι η καλή ποιότητα των υδάτων, η απόσταση από πηγές ρύπανσης, τα κατάλληλα βάθη, η παρουσία ρευμάτων κ.α. Παράλληλα, ορίζονται με τρόπο σαφή ποιες είναι οι επιτρεπόμενες συνοδές και υποστηρικτικές χερσαίες εγκαταστάσεις, ενώ αποσαφηνίζεται και η διαδικασία ίδρυσης ΠΟΑΥ με τη δημιουργία φορέα διαχείρισης, κανονισμό λειτουργίας, αίτηση χαρακτηρισμού και οριοθέτησης, αποκατάσταση χερσαίου και θαλάσσιου χώρου, μελέτες ΠΟΑΥ, Υδρανάπαυση & Διαχείρηση απορριμάτων δραστηριότητας.
Το Ειδικό Πλαίσιο για τις Υδατοκαλλιέργειες και η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων βρίσκονται ήδη σε δημόσια διαβούλευση η οποία θα ολοκληρωθεί την 26 Μαΐου 2011.
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ.ppt |