Αρχική Χάρτης Πλοήγησης Αναζήτηση
 
. . JEAN MONNET

 
Το δίλημμα διεύρυνση ή εμβάθυνση της ΕΕ στην εποχή της Συνθήκης της Λισσαβόνας (Προσφωνήσεις) Φίλες και φίλοι, Σας καλωσορίζω, κι εγώ με τη σειρά μου, στη Μυτιλήνη. Επιτρέψτε μου να συγχαρώ δύο κορυφαίους επιστημονικούς φορείς της Ελλάδας - το Πανεπιστήμιο Αιγαίου και την Ελληνική Πανεπιστημιακή Ένωση Ευρωπαϊκών Σπουδών - για την πρωτοβουλία τους να οργανώσουν, σε αυτήν την ανατολική άκρη της Ευρώπης, ένα διεθνές βήμα διαλόγου σχετικά με το παρόν και τις προοπτικές της Ένωσης. Για εμένα προσωπικά, είναι ιδιαίτερη τιμή και χαρά να χαιρετίζω την έναρξη των εργασιών σας. Το δίλημμα διεύρυνση ή εμβάθυνση της Ε.Ε. δεν είναι καινούργιο. Γεννιέται με την ίδρυση της τότε ΕΟΚ και συμβαδίζει με το υπερ-εθνικό μόρφωμα της ΕΕ σε κάθε στάδιο της εξέλιξής του. Υπάρχει, ωστόσο, ένα γεγονός – σταθμός σε όλη αυτήν την προβληματική: η μεγάλη Διεύρυνση του 2004. Είναι ακόμη πολύ έντονες στη μνήμη μου οι συζητήσεις που πυροδότησε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - όπου είχα την τιμή να προΐσταμαι της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας – η ένταξη της «Νέας Ευρώπης». Η ελληνική αντιπροσωπεία – πάντοτε ευαίσθητη στο ζήτημα της ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων, αλλά και της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας – ήταν ένας από τους κύριους αποδέκτες της προβληματικής συναδέλφων ευρωβουλευτών άλλων χωρών που έθεταν επιτακτικά το ζήτημα της εμβάθυνσης των ευρωπαϊκών θεσμών στη βάση της ασφάλειας, της δημοκρατικής διακυβέρνησης, της οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και της κοινωνικής συνοχής της Ευρώπης. Ζητούμενα όλων μας τότε ήταν πώς θα απορροφήσουμε το αναπόφευκτο «σοκ» της μεγάλης Διεύρυνσης και πώς θα αποτρέψουμε τη δημιουργία μιας Ευρώπης πολλών ταχυτήτων. Φοβάμαι, όμως, ότι μας πρόλαβαν οι εξελίξεις που έφερε η παγκόσμια οικονομική κρίση το φθινόπωρο του 2008. Και λέω μας πρόλαβαν διότι, σήμερα, έχουμε - de facto - μια Ένωση πολλών ταχυτήτων, ενώ, παράλληλα, βλέπουμε να αναβιώνει ο παλιός διαχωρισμός πλούσιος Βορράς-φτωχός Νότος, τον οποίο είχαμε λησμονήσει για περισσότερο από δύο δεκαετίες. Η εξέλιξη αυτή δεν είναι, νομίζω, τυχαία. Συνδέεται με το άλλο μεγάλο δίλημμα που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση από τη γέννησή της και αφορά στο ερώτημα Ποια Ευρώπη θέλουμε;. Θέλουμε μια Ευρώπη – Νομισματική Ένωση που θα έχει ρόλο μόνο στην παγκόσμια οικονομία και χρηματιστηριακή αγορά ή μια Ευρώπη – Δύναμη που θα έχει έναν ρόλο πολιτικό, όσο και οικονομικό, δηλαδή θα είναι ένας δυνατός Πόλος ισορροπίας του διεθνούς συστήματος; Απέχουμε πολύ ακόμη από το να δώσουμε μια ξεκάθαρη απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Μάλιστα, οι διαχωρισμοί που επέφερε η παγκόσμια οικονομική κρίση πυροδότησαν εκ νέου την εθνο-κεντρική παράδοση, που είναι ιδιαίτερα ισχυρή στη γηραιά Ήπειρο, έναντι του κοσμοπολιτισμού, εκείνου του ρεύματος σκέψης που κυριαρχούσε στην Ευρώπη τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα και εκφραζόταν με το σύνθημα «Ενωμένοι στη διαφορετικότητα». Υπό αυτές τις συνθήκες, το εγχείρημα της διεύρυνσης καθίσταται εξαιρετικά δύσκολο. Σήμερα, η Ευρώπη πρέπει να βρει τον τρόπο να διαχειριστεί, ταυτόχρονα, την εσωτερική οικονομική κρίση, τα πρόσφατα γεγονότα στο άμεσο γειτονικό της περιβάλλον με τη λεγόμενη Αραβική Άνοιξη των κρατών της Μεσογείου που μοιραία την επηρεάζουν, και την αυξανόμενη δυσπιστία των ευρωπαίων πολιτών απέναντι στο ίδιο το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Μια δυσπιστία που μεταφράζεται με τα υψηλά ποσοστά αποχής των πολιτών από τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η εμβάθυνση των ευρωπαϊκών θεσμών είναι, συνεπώς, πιο επιτακτική από ποτέ, αλλά πρέπει να γίνει με όρους πολιτικούς και, κυρίως, με όρους εξωστρέφειας. Στην αντίθετη περίπτωση, η υιοθέτηση της εσωστρέφειας θα είχε καταστροφικές συνέπειες για πολλές περιφέρειες της Ευρώπης όπως, για παράδειγμα, για το Αιγαίο που ο ζωτικός του χώρος ήταν πάντοτε το πεδίο της επικοινωνίας με την Ανατολή. Η ιστορία της ΕΕ είναι διάσπαρτη με εσωτερικές αντιφάσεις και διαχωρισμούς. Πάντοτε, όμως, η Ένωση έβρισκε τον τρόπο να υπερβεί τις προκλήσεις και να ξαναβρεί τα βήματά της προς την ολοκλήρωση. Υπό αυτό το πρίσμα, είναι εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι η συνθήκη της Λισσαβόνας με τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις που εισάγει (όπως η ενίσχυση του Ευρωκοινοβουλίου και η «διακυβέρνηση» από το Συμβούλιο) και με τους στρατηγικούς στόχους που εισηγείται (για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη) οδηγεί σε μια ουσιαστική «πολιτικοποίηση» (politisation) της Ένωσης. Θα περιμένουμε, με μεγάλο ενδιαφέρον, τα συμπεράσματα αυτής της διήμερης συνάντησης. Είμαι βέβαιος ότι οι απόψεις τόσων εκλεκτών επιστημόνων που θα κατατεθούν, εδώ, θα εμπλουτίσουν σημαντικά στη συζήτηση για τις προοπτικές της Ευρώπης. Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.