Σε μία από τις πιο κρίσιμες στιγμές της ιστορίας του κόμματός μας πραγματοποιείται αυτό μας το συνέδριο. Δεν θα επαναλάβω τις δυσάρεστες διαπιστώσεις που διατύπωσαν προηγούμενοι ομιλητές τις ανησυχίες των οποίων σε μεγάλο βαθμό συμμερίζομαι. Θα καταθέσω όμως τις δικές μου απόψεις για μια καλύτερη πορεία, από την επόμενη μέρα. Είναι σκόπιμο και επιβάλλεται πιστεύω να παρατεθούν γεγονότα και πολιτικές που υιοθετήθηκαν τα τελευταία χρόνια -χωρίς ωραιοποιήσεις ούτε εξάρσεις – και που έπαιξαν σημαντικό ρόλο και οδήγησαν το χώρο μας να μην έχει την αναλογούσα κοινωνική ανταπόκριση στις προγραμματικές προτάσεις που καταθέσαμε και στις όποιες επιμέρους πολιτικές μας πρωτοβουλίες. Πεποίθηση μέρους της κοινωνίας είναι ότι πολιτευθήκαμε με διστακτικότητα σε κυρίαρχα θέματα πολιτικής – αν όχι με οπορτουνισμό – στα οποία αναμενόταν καθαρές θέσεις, συνεπείς με την ιστορία μας. Δυστυχώς για μας δεν κατανοήσαμε ότι το θετικό αποτέλεσμα στη πολιτική – δηλαδή το όφελος – δεν προέρχεται από τον καθημερινό και μονότονο αντιπολιτευτικό κρεσέντο - το οποίο σε τελική ανάλυση κουράζει και ταυτόχρονα απωθεί - αλλά από τις θέσεις που κατατίθενται με καθαρότητα σε δύο ή τρία σημαίνοντα θέματα. Δυστυχώς τις λίγες φορές που απαιτείτο αυτό, σηματοδοτήσαμε τη σύγχυση και τελικά αρκεσθήκαμε αυτάρεσκα στο να αυτοπροσδιορισθούμε ως αριστερά και υπερηφάνως να εξαγγείλουμε την υιοθέτηση της Αριστερής στροφής. Δεν θα υπεισέλθω προς το παρόν στην αξιολόγηση της εξαγγελθείσας στροφής και μάλιστα όταν η αντίθετη στροφή έχει επιβεβαιωθεί από το λαό δύο φορές. Μεταφέρω όμως ερωτήματα που τέθηκαν και στα οποία δεν δώσαμε πειστικές απαντήσεις όπως: • Ήταν αριστερή στροφή η εμμονή μας και η ταύτισή μας για πάνω από ένα χρόνο με την δεξιά για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και το Άρθρο 16; • Ήταν αριστερή στροφή ο φοβισμένος τρόπος που αντιμετωπίσαμε συνολικά άλλα και στην προγραμματική μας πρόταση το θέμα του διαχωρισμού Εκκλησίας – Κράτους; • Ήταν αριστερή στροφή όταν στελέχη «εκ της αριστερής μας διεύρυνσης» στήριζαν και αποκαλούσαν τον τότε εκκλησιαστικό προκαθήμενο κεντρώο, προκαλώντας τον γέλωτα όχι μόνο στους πρώην συντρόφους τους αλλά και το μειδίαμα της δεξιάς. Δυστυχώς ο προοδευτικός, ο αριστερός χώρος αντελήφθη ότι δεν είχαμε την τόλμη ν’ αντιπαρατεθούμε όπως έπρεπε με την ακροδεξιά του κυρίου και απλώς κάτι ψελλίζαμε. Ο Συνασπισμός στο θέμα του διαχωρισμού, όπως και στο άρθρο 16 πολιτεύθηκε με καθαρότητα και συνέπεια και δικαίως καρπώθηκε, ή καλύτερα ανταμείφτηκε από τους αριστερούς και προοδευτικούς πολίτες που είχαν διαχρονικά ζωντανά στη μνήμη τους τις εγκληματικές συμπεριφορές της εκκλησιαστικής ηγεσίας από το διχασμό και τον εμφύλιο μέχρι την χούντα. Εμείς που έπρεπε να πρωταγωνιστήσουμε σ’ αυτόν τον αγώνα, να πάμε απέναντι να δημιουργήσουμε ρήξη με κυρίαρχο θέμα τον πλήρη διαχωρισμό, ακροβατούσαμε. Στην Ισπανία ο Θαπατέρο δικαιώθηκε γιατί τόλμησε, μπήκε μπροστά, εναντιώθηκε στους εκφραστές της οπισθοδρόμησης, κατέστησε κυρίαρχο το θέμα, διεύρυνε το αντικείμενο των διαχωριστικών γραμμών προκαλώντας την πανίσχυρη παπική εκκλησία, ζήτησε την λαϊκή στήριξη στις αποφάσεις του με τις οποίες: - Κατήργησε την υποχρεωτική διδασκαλία των θρησκευτικών στα σχολεία. - Κατήργησε την κρατική χρηματοδότηση στα καθολικά σχολεία. - Θεσμοθέτησε την νομιμοποίηση των μη ετερόφυλων σχέσεων (γάμος τον ομοφυλοφίλων) κ.α. Όλα αυτά σε ένα κράτος όπου η εκκλησία εδώ και δεκαετίες δεν εγκαθιστά ορκίζοντας τους πολιτειακούς παράγοντες και δεν μισθοδοτεί ούτε συνταξιοδοτεί τους εκκλησιαστικούς λειτουργούς. Και δικαιώθηκε ο Θαπατέρο, στη ρήξη στοιχήθηκαν μαζί του, όχι μόνο οι Σοσιαλιστές, και οι Κομουνιστές, αλλά και η προοδευτική ισπανική δεξιά. Ναι, στην εποχή μας εποχή της ΟΝΕ, της Παγκοσμιοποίησης δεν υπάρχουν πολλοί τομείς που να μπορούν γίνουν ευδιάκριτες οι διαφορές της συντηρητικής από την προοδευτική πολιτική. Ένας άλλος χώρος που προσφέρεται και που διαφοροποιεί την αριστερά από την δεξιά είναι το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. Όμως και εδώ πέραν της σωστής πρότασής μας για δημιουργία ανεξάρτητου Υπουργείου Περιβάλλοντος δεν προτάξαμε το επείγον και αναγκαίο, εκείνο που προέχει για τη χώρα μας και αρκεστήκαμε στην υιοθέτηση των θέσεων της πλειοψηφίας της παγκόσμιας κοινωνίας όπως κατατέθηκε στο ΚΙΟΤΟ για το φαινόμενο του Θερμοκηπίου, ήτοι στον περιορισμό των ρύπων του διοξειδίου του άνθρακα. Δυστυχώς κλείσαμε τα μάτια στην τραγική ελληνική πραγματικότητα που επιβάλει να τεθούν άλλες προτεραιότητες. Ένα σοσιαλιστικό κόμμα δεν μπορεί να αρκείται στην υιοθέτηση της διεθνούς διάστασης του προβλήματος και να μην καταθέτει θέσεις για την εγκληματική καταστροφή που επιφέρει στο περιβάλλον της χώρας μας: • Η ανεξέλεγκτη υπερδόμηση που δημιουργεί μη αναστρέψιμη καταστροφή. • Η οικοπεδοποίηση της πεδινής και παράκτιας χώρας. • Η αστικοποίηση της ελάχιστης εναπομείνασας γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας. • Είναι αριστερή πολιτική να αρκούμαστε στην εξαγγελία επιτροπών για το Περιβάλλον και την Πράσινη Οικονομία όταν για το πρώτο αίτιο της καταστροφής που είναι η εκτός σχεδίου δόμηση, δεν τολμάμε να υιοθετήσουμε ότι ισχύει στην Ευρώπη και όχι μόνο; Δεν μπορεί να είναι η πολιτική μας για το Περιβάλλον αυτό που είναι αρεστό και αυτό που δεν ενοχλεί. Επιβάλλεται λοιπόν να τοποθετηθούμε καθαρά χωρίς περιστροφές πως θ’ αντιμετωπίσουμε την καταστροφή της ελληνικής φύσης από την υπερδόμηση. Να συμφωνήσουμε και να συνομολογήσουμε εκ των προτέρων τι θα κάνει ο Υπουργός Περιβάλλοντος μιας νέας σοσιαλιστικής κυβέρνησης, άλλως θα συμβεί αυτό που συνέβη πριν 24 χρόνια, το 1984. Οδηγήθηκε σε παραίτηση ο Τρίτσης επειδή ενοχλούσε. Έγραψε βέβαια ιστορία κατά πως ειπώθηκε, αλλά μαζί του καταργήθηκε και το Υπουργείο για να μην ενοχλεί πλέον κανέναν.
Λίγα λόγια για την Αυτογνωσία και πρώτα - πρώτα • Ότι δεν υπάρχουν ιδιοκτήτες στο κίνημα και πολύ περισσότερο Μεσσίες, συμφωνούμε πιστεύω όλοι. • Η ρήξη του διμήνου Σεπτεμβρίου – Νοεμβρίου του 2007 δεν είχε τα ίδια χαρακτηριστικά της ρήξης του 1996. Τα αίτια της σημερινής κρίσης είναι βαθύτερα και φοβάμαι δυσκολότερη η αντιμετώπισή τους. • Ευθύνη έχουν όλοι οι πρωταγωνιστές του διμήνου και βεβαίως ο λαβών τη νέα καθαρή εντολή της 11ης Νοεμβρίου, έχει την μεγαλύτερη και χρέος ν’ αποφορτίσει τη πόλωση . • Ο νικητής συμβιβάζει, εργάζεται για να αναχαιτίσει την διεύρυνση του ψυχικού χάσματος, που πέρασε στη βάση, εργάζεται για την επούλωση των πληγών. • Η ηγεσία δεν πρέπει να παραμένει ουδέτερη στα διχαστικά κηρύγματα των «αυτόκλητων Ηρακλειδών». Ειπώθηκε από τον Πρόεδρο ότι δεν χρειάζεται και δεν έχει προστάτες, όμως κάποιοι αλλιώς σκέπτονται και λειτουργούν. Προσωπικά τοποθετήθηκα στην εκλογική διαδικασία, αλλά δεν φανατίστηκα, δεν μαλλιοτραβήχτηκα σε τηλεοπτικά παράθυρα δεν λυπάμαι για κάτι που είπα ή δεν είπα. Προσωπικά λοιπόν, όπως και η συντριπτική πλειοψηφία, δικαιούμαστε στην ώρα μηδέν που βρισκόμαστε, να απαιτήσουμε: - Με αντικειμενικές και καθολικής αποδοχής μεθόδους ν’ αναδεικνύονται .τα πρόσωπα που πρεσβεύουν αξίες και δρουν για την ενότητα του χώρου. - Το Εθνικό Συμβούλιο να αναδεικνύει χωρίς υποδείξεις το πολιτικό συμβούλιο. - Η κομματική συνείδηση και η αξιακή δεινότητα των μελών δεν αξιολογείται ανάλογα με τις επιλογές τους στην πρόσφατη εκλογική διαδικασία. - Δεν νομιμοποιούνται να απονέμουν πιστοποιητικά νομιμοφροσύνης όσοι δίχασαν και μάλιστα προκλητικά. Δυστυχώς η αλαζονική συμπεριφορά και οι αποκλεισμοί της επόμενης μέρας έφεραν απογοήτευση στο λαό. Συμμερίζομαι την άποψη ότι στα πολιτικά πράγματα της χώρας δημιουργείται σκηνικό που θυμίζει δεκαετία του ΄50. Είναι στο χέρι μας να το ανατρέψουμε, σήμερα ίσως προλαβαίνουμε, αύριο θα είναι πολύ αργά. Για να πετύχουμε πρέπει να προτείνουμε, να έχουμε καθαρές προτάσεις και προπαντός να είναι πειστικές, να σταματήσουν σημαίνοντα στελέχη, να αναιρούν τα πάντα όταν: - Καταγγέλλουν ότι κάποιοι από μας πλούτισαν. - Ότι διαλύσαμε το κράτος και άλλα πολλά, χωρίς καμία συνέπεια Η κρίση μας λοιπόν οφείλεται και στην δική μας ομφαλοσκόπηση και όχι μόνο στην στρατηγική της πλαγιοσκόπησης που κάποια κέντρα σχεδιάζουν. Αυτοί κάνουν τη δουλειά τους, εμείς τι κάνουμε; Απλώς τα τροφοδοτούμε με το χρειαζούμενο αποδεικτικό υλικό. • Είναι πράγματι πρωτόγνωρο – μεταπολιτευτικά τουλάχιστον – να εισπράττει δυσαρέσκεια η αξιωματική αντιπολίτευση. Ερμηνεύεται όμως, μ’ αυτό τον τρόπο ο πολίτης εκφράζει απογοήτευση, προειδοποιεί, αναμένει τον σαφή προσδιορισμό της φυσιογνωμίας μας και την οριοθέτησή μας έναντι του συντηρητικού χώρου. Ο πολίτης απαιτεί σοβαρότητα, εργασία, αυτοσυγκράτηση, αλληλεγγύη. Αν σ’ αυτό απαντήσουμε, τότε μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις διεργασίες που ερήμην μας συντελούνται στ’ αριστερά μας. Τότε μόνο μπορούμε να γίνουμε διαμορφωτές στο σκηνικό που η κοινωνία θέλει και απαιτεί και που ο τόπος έχει ανάγκη.
|