Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Παρακολούθησα από το πρωί όλη τη συζήτηση και τις τοποθετήσεις όλων των προσκεκλημένων. Πιστεύω ότι τόσο η συζήτηση όσο και τα θέματα που ετέθησαν ήταν ουσιώδης. Από την άλλη πλευρά, οι διευκρινίσεις του Υπουργείου, νομίζω ότι είναι ικανοποιητικές και αξίζουν συγχαρητήρια στην ηγεσία του Υπουργείου και στον Υπουργό, και θα συμφωνήσω και εγώ με τη διαπίστωση όλων των προσκεκλημένων από τα διάφορα δόγματα σήμερα, που τα ίδια πράγματα είπαν για τον δικό σας προκάτοχο τον κ. Κωνσταντίνο Αρβανιτόπουλο.
Κύριε Υπουργέ, το θέμα της ελευθερίας βούλησης στο θρήσκευμα, στην Ελλάδα συμπορευόταν περίπου με το μεγάλο ζήτημα της ελευθερίας της έκφρασης. Η απόλυτη θρησκευτική ελευθερία δεν υπήρχε εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο σφιχταγκαλιάστηκε η Εκκλησία και το Κράτος – αν ανατρέξουμε στην ιστορία του κράτους όπως αυτό δημιουργήθηκε από την εποχή του Όθωνα και κυρίως από τους Βαυαρούς - που οδήγησε κατά την πλειοψηφούσα άποψη της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας, την ελληνική κοινωνία να συμπορεύεται με την εκάστοτε πολιτική εξουσία.
Είναι αλήθεια από το 1974 και μετά, έγινε μια μεγάλη προσπάθεια χάριν και στις πολιτικές ηγεσίες αλλά και στην φωτισμένη προσωπικότητα που ήταν ο Σεραφείμ, παρά τη μεγάλη κρίση του 1987, που όμως δεν οδήγησε σε ακραία φαινόμενα, κάτι που συνέβη μετά το 2000, όπου με την τότε ηγεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος ζήσαμε στιγμές ορθόδοξου φονταμενταλισμού, όμοιου με αυτό που ζουν σήμερα κάποιες μουσουλμανικές χώρες ή στον μουσουλμανικό κόσμο, από κάποιες βεβαίως μειοψηφίες.
Σε λίγο συμπληρώνονται 200 χρόνια από την απελευθέρωση της Ελλάδος και δεν συμπορευτήκαμε με τη δύση. Εμείς δεν αναδείξαμε ούτε ένα Καμηλό Καβούρ, ούτε ένα Αριστείδ – Μπριάντ για να προχωρήσει τον διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας γιατί, η ρήση του Καβούρ, «ελεύθερη εκκλησία σε ελεύθερο κράτος», εξακολουθεί να είναι η αρχή της δημοκρατίας. Αυτό εμείς δεν το κάναμε ποτέ. Ακόμα και σήμερα δεν έχουμε προχωρήσει σε ουσιώδη πράγματα, που ταλαιπωρούμε και την Εκκλησία και τους πολίτες που γελάνε.
Είμαστε το μόνο Κοινοβούλιο στο οποίο ορκιζόμαστε στο όνομα του Αγίου Πνεύματος. Δεν υπάρχει άλλο Κοινοβούλιο σε Ανατολή και Δύση που να γίνεται αυτό το πράγμα. Αυτές είναι τομές. Θα προχωρήσουμε σε αυτή την τομή; Την υπόσχονται όλα τα κόμματα. Βλέπω ότι εκεί υπάρχει σιωπή από παντού. Μπορεί να τίθεται το θέμα, αλλά ξέρετε κυρίως η νέα γενιά έχει άποψη και το θεωρεί αυτό ως ένα γραφικό γεγονός στο οποίο παριστάμεθα όλοι, πιστεύοντες και μη πιστεύοντες, κατ' εξακολούθηση σε ένα θέμα, το οποίο θα έπρεπε να έχει λυθεί.
Αναφέρθηκε το πρωί ο εδώ Προκαθήμενος της Καθολικής Εκκλησίας στην πρόταση που είχε γίνει για τη δημιουργία ενός Κονκορδάτου και μάλιστα και πριν από τον πόλεμο. Δεν ξέρω αν μπορεί να γίνει ένα Κονκορδάτο τώρα πλέον, νομίζω όμως ότι το νομοσχέδιο πράγματι θέτει κάποιες βάσεις.
Ευτυχώς σήμερα υπάρχει μια απόλυτη ελευθερία στη χώρα μας να πιστεύει ο καθένας αυτό που αισθάνεται ότι πιστεύει. Δεν υπάρχει ο ασφυκτικός εναγκαλισμός, παρότι σημειολογικά φαίνεται να υπάρχει με το κράτος - όμως αυτό έχει να κάνει και με τα πρόσωπα. Σκεφτείτε, κύριε Υπουργέ, να μην ήταν σήμερα Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας η φωτισμένη προσωπικότητα που λέγεται Ιερώνυμος και στην περίοδο της κρίσης να ήταν κάποιος άλλος. Σκεφτείτε τι θα είχε συμβεί στον τόπο αυτό. Τα πρόσωπα έχουν πολύ μεγάλη σημασία. Εκείνο που πρέπει να σκεφτούμε όμως είναι να κάνουμε εν τέλει αυτό που έκαναν όλοι οι λαοί της Ευρώπης σε Ανατολή και Δύση. Πρέπει και στην ουσία και σημειολογικά ο εναγκαλισμός Κράτους – Εκκλησίας κάποια στιγμή να λήξει.
Θα σας πω ένα παράδειγμα, το οποίο δεν είναι γνωστό και που βίωσα εγώ πριν από 33 χρόνια στη Λέσβο, όταν ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου, νέο τότε 28 χρόνων, με τοποθέτησε νομάρχη. Ανακαλύψαμε ότι στην Καθολική Εκκλησία της Μυτιλήνης βρισκόταν τα οστά του Αγίου Βαλεντίνου και βρίσκονται ακόμη. Ήταν κλειστή, ήταν υπό κατάρρευση και μέσα σε εκείνον τον ανταγωνισμό, η νομαρχία τότε ανέλαβε την ευθύνη μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο των καθολικών στη Σύρο Νικόλαος - πεφωτισμένη προσωπικότητα – και το ελληνικό κράτος χρηματοδότησε την αναστήλωση και ανακατασκευή του καθολικού ναού , ενός ιστορικού καθολικού ναού σε μια πόλη που δεν υπάρχει σήμερα καθολικό στοιχείο. Σας πληροφορώ όμως ότι υπήρξαν αντιδράσεις . Αυτά ευτυχώς σήμερα τα έχουμε ξεπεράσει και τα έχουμε ξεπεράσει έχοντας βιώσει πολύ πόνο και κυρίως από το 1915 και μετά. Κάποιοι αρχιεπίσκοποι, όπως ο Αρχιεπίσκοπος Μινόπουλος που πρωτοστάτησε στο Πεδίο του Άρεως το 1915 και έριξε τον πρώτο λίθο του αναθέματος ενάντια στο ομοίωμα του Ελευθερίου Βενιζέλου ή τα απαράδεκτα γεγονότα που ζήσαμε μετά το 2000 και επαναλαμβάνω, ευτυχώς δεν τα ζούμε.
Να υπενθυμίσω ότι στην αναθεώρηση του Συντάγματος του 2000, το 1998 καταθέσαμε πρόταση 53 βουλευτές - 52 από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και 1 από τη Ν.Δ. - για την αναθεώρηση του άρθρου 3 ωστε να πάψει πλέον αυτό το «έθιμο», το οποίο θίγει την ίδια την Εκκλησία. Τη θίγει με την εξής έννοια: η ιερωμένοι, όπως ξέρετε, και ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος έχουν τοποθετηθεί ότι «είναι λάθος ο όρκος». Δεν ορκίζονται στο Ευαγγέλιο οι ιερείς και οποιοσδήποτε, πραγματικά, είναι χριστιανός και πιστεύει. Άρα, άμα θα δείτε και τις τελευταίες μετρήσεις, η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών έχει ξεκάθαρα τοποθετηθεί. Ό,τι γίνεται σε όλη την Ευρώπη, σε όλα τα Κοινοβούλια της Ευρώπης,, στην Ανατολή στη Δύση και στην Αμερική: πίστη στο Σύνταγμα και στους νομούς του Κράτους. Αυτός θα πρέπει να είναι και ο όρκος στη Βουλή.
Θέλω λοιπόν να συμφωνήσω με τη φιλοσοφία του νομοσχεδίου, εκείνο όμως το οποίο θέλω να μας πείτε και εσείς, κύριε υπουργέ και η κυβέρνηση είναι αν επιτέλους στην Αναθεώρηση του Συντάγματος θα προχωρήσετε και εάν θα εναρμονιστεί και το δικό μας Σύνταγμα με άλλα ευρωπαϊκά Συντάγματα ακόμη και σε επίπεδο σημειολογικό.
|