Η θεσμοθέτηση της ΚΥΑ του Ειδικού Πλαισίου για τις Υδατοκαλλιέργειες κάθε άλλο παρά πραξικοπηματική και παράνομη είναι, δεδομένου ότι για πρώτη φορά υπήρξε τόσο ευρεία διαβούλευση κατά τη θεσμοθέτηση Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού. Πιο συγκεκριμένα, η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Σ.Μ.Π.Ε.) του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Υδατοκαλλιέργειες (ΕΠΧΣΑΑΥ), διαβιβάστηκε την 1/4/2011 από την Ειδική Υπηρεσία Περιβάλλοντος του ΥΠΕΚΑ στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις της χώρας και στις υπόλοιπες Δημόσιες Αρχές, καθώς και σε όλα τα Περιφερειακά Συμβούλια, οι οποίες και γνωμοδότησαν σχετικά. Επιπλέον, και παράλληλα, στις 11/4/2011 αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα www.opengov.gr το Σχέδιο ΚΥΑ και η Σ.Μ.Π.Ε. του ΕΠΧΣΑΑΥ για διαβούλευση (διάρκειας 30 ημερών για το κοινό και 45 ημερών για τις Δημόσιες Αρχές), η οποία περατώθηκε στις 28/5/2011. Οι απόψεις των φορέων, μαζί με τα σχόλια που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής διαβούλευσης, καθώς επίσης και τα έγγραφα των περιφερειακών υπηρεσιών, αξιολογήθηκαν, αφού έτυχαν ειδικής επεξεργασίας και τυποποίησης σε έκθεση 411 σελίδων. Σημαντικό τμήμα αυτών ενσωματώθηκαν στην ΚΥΑ, η οποία στη συνέχεια εισήχθη προσαρμοσμένη στα προαναφερθέντα και ως εκ τούτου τροποποιημένη (σε σχέση με την αρχική που είχε δημοσιοποιηθεί στις 11/4/2011 στην ιστοσελίδα www.opengov.gr), στις 20/9/2011 στο Εθνικό Συμβούλιο Χωροταξίας και Αειφόρου Ανάπτυξης. Το όργανο αυτό, αποτελεί όργανο κοινωνικού διαλόγου και διαβούλευσης και απαρτίζεται από εκπροσώπους όλων των κοινωνικών εταίρων[1] (εκπρόσωποι: Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α' και Β' βαθμού, επαγγελματικών επιμελητηρίων, περιβαλλοντικών οργανώσεων, Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού ΑΕΙ κ.λ.π). Η γνώμη του Εθνικού Συμβουλίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΕΣΧΣΑΑ), εκφράστηκε στα Πρακτικά Συνεδριάσεων του ΕΣΧΣΑΑ, όπως κατατέθηκαν στη Δ/νση Χωροταξίας από τον πρόεδρο του ΕΣΧΣΑΑ στις 4/11/2011. Το σύνολο σχεδόν των θέσεων των μελών του ΕΣΧΣΑΑ υιοθετήθηκε στο τελικό κείμενο της ΚΥΑ του Ειδικού Πλαισίου για τις Υδατοκαλλιέργειες. ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ Υπενθυμίζουμε ότι βάσει του Ν. 2742/99 τα Ειδικά Πλαίσια καταρτίζονται από το ΥΠΕΚΑ, σε συνεργασία με το κατά περίπτωση αρμόδιο Υπουργείο (εν προκειμένω το τότε ΥΠΑΑΤ και νυν Υπουργείο Ανάπτυξης) και λοιπούς αρμόδιους φορείς. Από ότι αποδεικνύεται από τα προαναφερθέντα, σε όλα τα βήματα που ακολουθήθηκαν κατά την πορεία διαμόρφωσης της τελικής διατύπωσης του θεσμοθετημένου Πλαισίου, υπήρξε τόσο ενημέρωση και διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους, όσο και ενσωμάτωση πολλών απόψεών τους σε αυτό. Για περισσότερες πληροφορίες παρακαλούμε ανατρέξετε σε σχετικό Δελτίο Τύπου της 16.12.2011 που εξέδωσε το ΥΠΕΚΑ (βλ. http://ypeka.gr/Default.aspx?tabid=389&sni[524]=1465&language=el-GR). Τέλος, όσον αφορά τον κίνδυνο καταστροφής ιστορικών περιοχών υψηλού φυσικού κάλλους από τις προβλέψεις του Ειδικού Πλαισίου, επισημαίνουμε ότι οι ρυθμίσεις του τελευταίου είναι πολύ αυστηρότερες από το καθεστώς που ίσχυε μέχρι σήμερα για τις υδατοκαλλιέργειες, ενώ, επιπλέον, έχουν περιοριστεί εξαιρετικά οι περιοχές στις οποίες επιτρέπεται η εγκατάσταση μονάδων. Οι περιοχές αυτές που ορίζονται στο Πλαίσιο ως Περιοχές Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΑΥ) και εμφανίζονται με διαγράμμιση στο χάρτη που συνοδεύει το θεσμοθετημένο Ειδικό Πλαίσιο, αποτελούν περιοχές που υποδεικνύουν την καταλληλότητα ορισμένων περιοχών για την ανάπτυξη υδατοκαλλιεργητικών δραστηριοτήτων. Είναι προφανές ότι στην κλίμακα του χάρτη στην οποία εμφανίζονται (χωροταξικού επιπέδου και όχι επιπέδου εφαρμογής), είναι καθαρά ενδεικτικές και δεν μπορούν να θεωρηθούν ως εν λειτουργία ζώνες. Αντίθετα, αποτελούν ευρείες περιοχές αναζήτησης, μέσα στις οποίες θα εντοπιστούν μετά από τις προβλεπόμενες στο Πλαίσιο μελέτες, οι κατάλληλες θέσεις χωροθέτησης μονάδων υδατοκαλλιέργειας. Επομένως δεν αποτελούν "περιοχές αποκλειστικής χρήσης υδατοκαλλιέργειας", εφόσον σε αυτές συνυπάρχουν και άλλες δραστηριότητες του παράκτιου χώρου. Ειδικά για την Αίγινα δεν προβλέπεται από το Ειδικό Πλαίσιο ζώνη υδατοκαλλιεργειών, αλλά μόνο δυνατότητα χωροθέτησης μεμονωμένης μονάδας. ________________________________________ [1] άρθρο 4 του Ν. 2742/1999 |